Τι ορίζουμε ως εμμηνόπαυση;
Με αυτόν τον όρο αυτόν ορίζουμε τη χρονική περίοδο μετά την τελευταία έμμηνο ρύση της γυναίκας. Ο μέσος ηλικιακός όρος μιας Ελληνίδας για την έναρξη της εμμηνόπαυσης είναι τα 51 έτη. Η φάση αυτή, πέρα από βιολογικές αλλαγές, συνεπάγεται επίσης και αλλαγές στην οικογένεια, στον επαγγελματικό χώρο και στον τρόπο που κάθε γυναίκα προσεγγίζει πλέον το μέλλον της.
Κλιμακτήριο αντίστοιχα ορίζουμε τη χρονική περίοδο που ξεκινάνε οι έντονες ορμονικές αλλαγές που προηγούνται της εμμηνόπαυσης και οι οποίες επιφέρουν διάφορα συμπτώματα που υποχωρούν με την οριστική ορμονική ισορροπία, της εγκατεστημένης πλέον εμμηνόπαυσης.
Αυτή η βιολογική κατάσταση είναι στην ουσία, η 3η μεγάλη περίοδος στη ζωή μιας γυναίκας και ηλικιακά η τελευταία που επιφέρει μεγάλες ορμονικές αλλαγές στο σώμα της και συνοδεύεται με ποίκιλλα συμπτώματα, που άλλοτε είναι ήπια και άλλοτε πιο έντονα και ενοχλητικά.
Ποιες είναι οι πιθανές αλλαγές στο σώμα της γυναίκας;
- Μεταβάλλεται ο μεταβολισμός με πιθανή αύξηση σωματικού βάρους
- Παρατηρείται ξηρότητα και ατροφία του δέρματος και του κολπικού βλεννογόνου
- Έχουμε μείωση της οστικής μάζας, δηλαδή οστεοπενία – οστεοπόρωση
- Παρουσιάζεται αύξηση των αγγειακών βλαβών λόγω της αρτηριοσκλήρυνσης
Όλες αυτές οι αλλαγές επέρχονται ως φυσικό επακόλουθο της μείωσης κυρίως των οιστρογόνων και της προγεστερόνης, των δύο βασικών ορμονών που λειτουργούν στην αναπαραγωγική ηλικία της γυναίκας. Τα συμπτώματα που συνοδεύουν αυτές τις ορμονικές αλλαγές είναι:
- Εξάψεις, νευρικότητα, ταχυπαλμίες
- Εναλλαγές στη διάθεση
- Μείωση της σεξουαλικής επιθυμίας
- Διαταραχές στον ύπνο
- Διαταραχές στην περίοδο, με αραιή ή συχνή περίοδο, με μεγάλες αιμορραγίες ή ελάχιστο αίμα
Αντίστοιχα, υπάρχουν συμπτώματα και επιπτώσεις και στην εγκατεστημένη εμμηνόπαυση όπως:
- Ατροφική κολπίτιδα, υποτροπιάζουσες ουρολοιμώξεις
- Ακράτεια ούρων
- Οστεοπόρωση
- Τριχόπτωση και ξηρότητα του δέρματος
- Καρδιαγγειακά νοσήματα
Αυτά τα προβλήματα ποικίλουν από γυναίκα σε γυναίκα και στη συχνότητα αλλά και στη βαρύτητά τους και στο μεγάλο ποσοστό είναι αντιμετωπίσιμα. Για αυτό οι γυναίκες δεν πρέπει να διστάζουν να ζητήσουν βοήθεια από τον γιατρό τους, εξασφαλίζοντας την ποιότητα της καθημερινής τους ζωής.